Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΙ ΣΤΙΧΟΙ

ΖΑΡΖΑΒΑΤΙΑ ΜΗΚΟΥΣ

Η φυλλοξέρα χτύπησε

του φίλου μας τ’ αμπέλι,

φέτος θα μείνει ορφανό

το ασημί βαρέλι.

Μα αυτός στεναχωρήθηκε

πιότερο για τ’ αγγούρια

που πέρσι φτάναν στις σκεπές,

κρέμονταν στα πατζούρια.

Φέτος κοιτάζει τα φυτά

με μάτια βουρκωμένα

και λέει: ¨αγγουράκια μου

γιατί ’σται μαραμένα;¨.

Μα τον αποζημίωσαν

οι μαύρες μελιτζάνες

μοιάζουν με γλώσσες ντούρικες

από τρανές καμπάνες.

Επίσης και οι πιπεριές,

στενόμακρες αρίδες

και καυτερές που βάζουνε

πυρ στις αιμορροΐδες.

Σε ζαρζαβάτια αρέσκεται

που διαθέτουν μήκος

κι όλοι αναρωτιόμαστε

ίσως, εάν και μήπως।


ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Μειώθηκαν στην ¨ΠΕΙΡΑΙΩΣ¨

στ’ Αγρίνιο οι πελάτες

ο γυναικείος πληθυσμός

της γύρισε τις πλάτες.

Ψάχνει να βρει ο Διευθυντής

τι λάθος έχει γίνει

γιατί οσονούπω εξ Αθηνών

θα ζητηθεί ευθύνη.

Στο Μεσολόγγι αντίθετα

–αυτό δεν είναι μύθος-

ανήλθε το κατάστημα

εκεί κατακορύφως.

Ήρθε ένα κλιμάκιο

να ψάξει την αιτία

και ιδού τι καταγράφτηκε

στης τράπεζας τα αρχεία.

Αιτία η μετακίνηση

είναι ενός ταμία

για να καλύψει ένα κενό

απ’ την υπηρεσία.

Αυτός λοιπόν παρέσυρε

το πλήθος των θηλέων

μα κι από άλλες τράπεζες

μερίδιο κεφαλαίων.

Μπόνους πολλά προσφέρθηκαν

στης ¨ΠΕΙΡΑΙΩΣ¨ το γόη

χώρια τα τόσα τυχερά

απ’ το γυναικολόϊ.

Κι ο Πρόεδρος υπέγραψε

πως από δω και πέρα

δυο γραμματείς καλλίγραμμες

θα έχει κάθε μέρα.

Χαίρομαι που ’χω συγγενή

το Δον Ζουάν Σωτήρη

και δημοσίως του ζητώ

ένα μικρό χατίρι.

Μη γίνει τώρα εγωιστής

μύτη να μη σηκώσει

δεύτερο χέρι θηλυκό

στον ξάδερφο ας δώσει।


CHAMPIONS FISH

Κάποιοι μέσα στο σόι μας

το παίζουνε ψαράδες

και οι πιο μεγάλοι του Αστακού

οι ψαροτουφεκάδες.

Και όταν ήρθε ο Κοσμάς

γαμπρός μες στη Μπαμπίνη

τον στέλνανε μες στις σπηλιές

που ’χε χταπόδια μίνι.

Στον τρίτο χρόνο έμαθε

πού είναι τα θαλάμια

τότε χταπόδια δίκιλα

έπιανε απ’ τα πλοκάμια.

Σήμερα όμως ψάρεψε

ένα τρανό λαβράκι

και στο τσιγκέλι έμοιαζε

χρονιάρικο αρνάκι.

Το Champions fish πρωτάθλημα

κατέκτησε δικαίως

και μια για πάντα έπαψε

να είναι ο τελευταίος.

Κι αυτούς που τον δασκάλευαν

τους έχει πλέον μούτσους

τους στέλνει να ψαρεύουνε

γαύρους, σαρδέλες, λούτσους।


ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΕΙΟ ΜΑΧΑΙΡΑΣ

Στη Μαχαιρά είχε ανέκαθεν

εμπόρους και τεχνίτες

ξεχώριζαν από παλια

απ’ τους Ξηρομερίτες.

Παρόλο που ’φυγαν πολλοί

και παν στις πολιτείες

κρατάει ακόμα το χωριό

επιτηδευματίες.

Μες στην πλατεία άμα μπεις

βρίσκεις το φαρμακείο

και πριν να πάρεις τη στροφή

ένα σιδηρουργείο.

Το μαγαζί του σιδερά

του μαστρο-Κώστα Βότση

που ’χει μεράκι για δουλειά

φιλότιμο και γνώση.

Περνάς και βλέπεις τον τροχό

να κάνει δρομολόγια

κι η κόλληση αχόρταγη

να τρώει ηλεκτρόδια.

Κι ο γιος πήρε τα χνάρια του

και σίδερα μασάει∙

μακάρι ως τον εγγονό

η τέχνη αυτή να πάει.

Ο ΣΤΙΧΟΣ ΚΑΙ Ο ΤΟΙΧΟΣ

Θέλησε ο Μήτσος της ΔΕΗ

να βάλει το ρολόι

κι αντί λοιπόν προσκτικά

να ξύσει τ’ αρμολόι,

να βγάλει όσα χρειάζονταν

πέντ’, έξη, επτά λιθάρια

κτυπούσε εκείνος με βαριά

με μίσος τα ντουβάρια.

Ανέβηκα και τι να δω

σαν να ’μουν στη Βαγδάτη

θαρρείς και βόμβα του σπιτιού

έριξε μία πλάτη.

Χωράει μέσα ο Πάγκαλος

και βους από Ελβετία

κι ο Μήτσος πάνω στο βωλιό

έψαχνε την αιτία.

Μα η αιτία είναι απλή

φίλοι μου, που να πάρει

στιχάκια αυτός σκεφτότανε

να φτιάξει για τον Άρη.

Δεν είναι οι στίχοι αγγουριές

μελιτζανιές χνουδάτες

μα καίνε σαν τις πιπεριές

και τις καυτές πατάτες.

Βαρύ λοιπόν το τίμημα

για έναν ψόφιο στίχο

το Μίρι ειδοποίησε

να χτίσει ένα τοίχο.

Κι αν ποίηματα αποπειραθεί

να γράψει κι άλλα ακόμα

προβλέπω ότι θα το δει

το σπίτι του στο χώμα।


ΧΑΜΕΝΗ ΠΥΞΙΔΑ

Ποτέ δεν έχασα ντορό

δε λάθεψα σοκάκι

πυξίδα είχα στο μυαλό

από μικρό παιδάκι.

Κι όμως προχτές μπερδεύτηκα

σε άδεια παραλία

απελπισμένα έψαχνα

να βρω την Ευτυχία.

Δύο αμάξια μοναχά

ήταν παρκαρισμένα

κι εγώ πώς τα κατάφερα

δεν έβλεπα κανένα.

Το γήρας το αφιλότιμο

ού γαρ έρχεται μόνο·

ποιος έμεινε αλώβητος

απ’ το μπαμπέση χρόνο;

Αφού απωλέσθη η πυξίς

εχτές στο Μονολίθι

τότε το έξυπνο πουλί

έγινε κουτορνίθι।


ΜΕΤΡΙΟΦΡΩΝ

Ρίξε απάνω μου δυο σκόρδα

το ’να βάλτο μου στην πλάτη

τ’ άλλο κρέμασ’ το στο στήθος

για να μη με πιάνει μάτι.

Αφού λες αυτό το σώμα

δε μπορείς να το χορτάσεις

διώξ’ των γυναικών τη ζήλεια

αν δε θέλεις να με χάσεις.

Μάθε, το κορμί ετούτο

μύριες το ’χουνε ποθήσει

το Θεό να ευχαριστήσεις

που το έχεις κατακτήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου