Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου 2017

ΖΑΡΖΑΒΑΤΙΚΑ ΣΤΟΥ ΖΙΑΚΑ

Διάβασα την ανάρτηση κι είπα πως κάνουν πλάκα,
μια Λαχαναγορά εντός του στρατοπέδου Ζιάκα;

Αντί εκτός της πόλεως να βγάλουν και την άλλη
φέρνουνε μες στο Δήμο μας όχληση πιο μεγάλη;

Εδώ που η πετρελαϊκή η βιομηχανία
πάνω μας βίαια ασελγεί μ’ αυτή τη δυσοσμία;

Εδώ που είναι ανύπαρκτα πάρκα, δεντροστοιχίες
μα υψηλοί οι συντελεστές για πολυκατοικίες;

Πού είναι η κυβέρνηση των λαϊκών στρωμάτων
που τάχα πολιτεύεται υπέρ των αδυνάτων;

Αντί για πάρκο αναψυχής, αναπνοής, πρασίνου
θα γίνει χώρος ρύπανσης και υψηλού κινδύνου;

Ίσως μας πουν: ¨γιατί εδώ δέντρα να φυτευτούνε
αφού με ζαρζαβατικά τριαξονικά θα ’ρθούνε;

Τ’ αντίδια είναι πράσινα, μπάμιες και φασολάκια
χώρια που τζάμπα θα ’ρχεστε να παίρνεται σαπάκια.

Δεν είναι ανάγκη οι άνεργοι τους κάδους να ανοίγουν,
της Λαχαναγοράς θα τρων τα οπωρικά που λήγουν¨.

Όμως, δεν είν’ για χωρατά, μα ούτε και για κλάμα
ούτε και μοιρολατρικά να καρτερούμε θαύμα.

Βλέπω η Δημοτική Αρχή νερόβραστα αντιδράει
αντί να τρέχει μ’ εκατό, τα πόδια της σβαρνάει.

Ποια εξουσία, άλλωστε, είδατε να ιδρώνει
αν ο πολίτης ράθυμα στον καναπέ ξαπλώνει;

Κι εδώ είναι το πρόβλημα, η αδρανοποίησή μας
που σύμβουλος πολύ κακός είναι για τη ζωή μας.

Τότε, δεν αντιδράσαμε στην πρώτη καμινάδα
κι ύστερα όλα τα κακά ήρθανε με την αράδα.

Αφού άλλους αφήνουμε το βίο μας να ορίζουν
εις βάρος της υγείας μας κέρδη αποκομίζουν.

Όπου φτωχός κι η μοίρα του ας μην το ξαναπούμε
βλέποντας ότι σκύβουμε, πάνω μας ασελγούνε•

Ώρα είναι να δράσουμε ως ενεργοί πολίτες 
να επικοινωνήσουμε μ’ όλους τους  συντοπίτες.

Γιατί η μαζικότητα θα ’ναι η δύναμή μας
πρέπει να είναι άμεση, όμως, η αντίδρασή μας.

Λιγότερο στο facebook, πιότερο δια ζώσης,
αγώνες δεν κερδίζονται μόνο μ’ ανακοινώσεις.

Ας γίνουμε υπερασπιστές αυτού του στρατοπέδου
προτού τσιμέντα πέσουνε επί του οικοπέδου.

Πρώτα ας κοιτάξουμε βαθιά στα μάτια τα παιδιά μας
θύματα αξίζει να γενούν απ’ την αδράνειά μας;

Άρης  Μπιτσώρης 

Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

ΜΑΥΡΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Παρασκευές γινήκανε μεγάλα γεγονότα
η σταύρωση του Ιησού είναι από τα πρώτα.
Παρασκευή  επί κατοχής  πέσανε παλικάρια
που τη ζωή τους άφοβα την παίξανε στα ζάρια.
Πάρα πολλές Παρασκευές ήταν φωτιά και λαύρα
πολλές μανούλες κλάψανε και ντύθηκαν στα μαύρα.
Σήμερα μια Παρασκευή την ονομάζουν μαύρη 
γιατί στα καταστήματα εισέρχονται σαν ταύροι
άπληστοι καταναλωτές ψάχνοντας ευκαιρίες
-αμερικάνικο έθιμο με τις Ευχαριστίες
που αφού τελειώσει η γιορτή όλοι ¨ευχαριστημένοι¨
τρέχουνε για τις προσφορές, η αγορά προσμένει-.
Έχει ο καταναλωτισμός βρει χίλια δυο τερτίπια
ώσπου του καταναλωτή, του μείνει η τσέπη τρύπια.
Ρούχα, παιχνίδια, συσκευές, ό,τι ο καθένας ψάχνει,
Παρασκευή κατάλευκη λευκότερη απ’ την άχνη.
Η μόδα ως είναι φυσικό ήρθε και στην Ελλάδα
όμως, αυτή την εποχή είναι ισχνή αγελάδα
για πάμπολλους κατάμαυρη είναι η κάθε μέρα
είτε είναι Παρασκευή είτε είναι Δευτέρα.
Ωστόσο, Έλληνες πολλοί θα πάνε να ψωνίσουν
και άλλοι από μακριά βιτρίνες να μπανίσουν.
Προσέξτε, μήπως πονηροί, βγουν προς κορόιδων άγρα
κι άλλοι χωρίς λευκά χαρτιά, για να τα παίρνουν μαύρα.
Πέρυσι πήγε φίλος μου, μπουφάν για να ψωνίσει
μα με γεμάτο πορτμπαγκάζ  στο σπίτι είχε γυρίσει.
Μου λέει: ¨ εκεί γινότανε των Ιουδαίων χάβρα 
μάχη για να αγοράσουνε μπλουζάκι με μια σαύρα¨.

24-11-2017

Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2017

ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΣΠΙΤΑΚΙΑ Στον Παναγιώτη Τζούρα

Παππού, ποιοι μένουνε εδώ
σ’ αυτή τη συνοικία
μέσα στα σπίτια τα μικρά
σ’ απόλυτη ησυχία;

Παιδί μου, κάτω απ’ αυτά
τα άσπρα τα σπιτάκια
με το ασθενικό το φως
μέσα στα καντηλάκια,

και τα λουλούδια ολόγυρα,
άνθρωποι είναι θαμμένοι
αυτή είναι η μοίρα μας,
προδιαγεγραμμένη.

Δε θα αργήσει  καιρός
που εγώ θα σας αφήσω
και  μες τη γειτονιά αυτή 
θα μπω να κατοικήσω.

Παππού, τι είναι αυτά που λες,
εσύ εδώ θα μείνεις
θα σ’ έχω πάντα δίπλα μου
αγάπη να μου δίνεις.

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

ΚΥΚΛΑΜΙΝΟ Η ΑΝΘΡΩΠΙΑ

στηριγμένο σε αφήγηση του Αλέκου Κυριαζή

Ήμουν γυμνασιόπαιδο στα χρόνια του εμφυλίου
σε κάμαρη ανήλιαγη ζούσα του Αγρινίου.

Ήταν λειψό το φαγητό, ψωμί να το ’χεις βρέξει
και το σακούλι απ’ το χωριό στη χάση και στη φέξη.

Τα δε βιβλία δανεικά, διάβασμα στο πεζούλι
μα κάτω δεν το έβαζα, δόξαζα το Θεούλη.

Κάποτε, όμως, άργησε να έρθει το ταγάρι
κι από την πείνα έσφιξα δυο τρύπες το ζωνάρι.

Λυγίσανε τα γόνατα σε ένα καλτερίμι
και έπεσα λιπόθυμος λες κι ήμουνα ψοφίμι.

Κι ενώ οι πολίτες διάβαιναν αδιάφοροι στο δρόμο
μια γύφτισσα με άρπαξε και μ’ έριξε στον ώμο.

Με πήρε και μ’ απίθωσε στο φτωχικό τσαντίρι
κι είκοσι μέρες μ’ είχανε οι γύφτοι μουσαφίρη.

Ο Τζίτζης σαν πατέρας μου, ίδια μητέρα η Μάντα
με τάισαν, μ’ ανάστησαν θα τους θυμάμαι πάντα.

Πώς να ξεχάσω τη μικρή, κόρη τους, Καταλίνα
όταν στα ίσα μοίραζε στους δυο μας τη μπαζίνα;

Χρόνια περάσανε πολλά, εφτά δεκαετίες
κι αν πλούτισα κι αν έχτισα και πολυκατοικίες,

συχνά τις νύχτες τριγυρνά ο νους στα χρόνια εκείνα
που χέρι-χέρι πήγαινε η αγάπη με την πείνα.

Η γυφτοπούλα στ’ όνειρο μου δίνει απ’ τη μπουκιά της
με ξανακάνει έφηβο η φλογερή ματιά της.

Κυκλάμινο η ανθρωπιά, ανθίζει μες στα βράχια
μα από τ’ αγκάθια πνίγεται στα ευτραφή στομάχια.

Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2017

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΦΥΛΟΥ


Μία βδομάδα έλειψα
από τη γειτονιά μου
τα πάνω κάτω ήρθανε
Χριστέ και Παναγιά μου!

Το ¨φυλονομοσχέδιο¨
 είχε μεσολαβήσει
που λέει πως δεν ταυτίζεται
¨εξώφυλο¨και ¨φύση¨.

Ερχόμενος αντίκρισα
το μουστακλή μπακάλη,
φορούσε φούστα κλαρωτή
περούκα στο κεφάλι.

Μια καλλονή γειτόνισσα
-άντρες είχε κολάσει-
μου λέει ¨από δω και μπρος
μ’ αποκαλείς Θανάση¨.

Ο φίλος μου, ο κολλητός
-αρσενικό με βούλα;-
έκρυβε, είπε, μέσα του
πάντα μια Σπυριδούλα.

Το βράδυ στο συζυγικό
έπεσα το κρεβάτι
γουλί η γυναίκα, φόραγε
χλαμύδα αλλά Σωκράτη.

Τι Σόδομα και Γόμορρα
τρέχω στην εκκλησία
από τον ιερέα μου
να πάρω ευλογία,

και βλέπω τον πνευματικό
καλογριά ντυμένη
με μάσκα, με κραγιόν και ρουζ
να ’ναι μπογιατισμένη.

Μου λέει: ¨η αρχιμανδρίτισσα
θα ’ρθεί στη λιτανεία
να βγω αμακιγιάριστη
να κάνω λειτουργία;¨.

Κοίταξα προς τον ουρανό
κι είπα συλλογισμένη
πού ήμασταν τόσοι πολλοί
Θεούλη μου, κρυμμένοι; 

Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

¨ΑΥΛΗ ΘΑΥΜΑΤΩΝ¨

Λόγια σοφά ειπώθηκαν
ιδέες εξαπλώθηκαν
γι’ ανθρώπινες αξίες
μα πόσο λίγο αντέχουνε•
οι πράξεις μας απέχουνε
από τις θεωρίες.

Η ζωή μου ο θάνατός σου
όλη η γη ¨αυλή θαυμάτων¨
για ν’ ανέβης θα πατήσεις
πάνω σε σωρούς πτωμάτων.

Τα υψηλά νοήματα
τα αγαθά αισθήματα
και ο ανθρωπισμός μας
πέσαν ανάγκης θύματα
και σαν πυροτεχνήματα
γίναν καπνός εντός μας.

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Η ΣΑΥΡΑ

Ένας ελαιοχρωματιστής
κάποτε στη Μπαμπίνη
κόντεψε δίχως ¨όργανο¨
ο φουκαράς να μείνει.

Την ώρα που τα εργατικά
τα ρούχα του φορούσε
μες στο μπατζάκι ένιωσε
κάτι πως περπατούσε.

Και ύστερα ανέβηκε
έφτασε στ' αχαμνά του
και μέσα εκεί στη ζεστασιά
έφτιαξε τη φωλιά του.

Και όταν είδε την ουρά
στου φερμουάρ την πόρτα
νόμισε ήτανε οχιά
λούστηκε στον ιδρώτα.

Μα ευτυχώς το ερπετό
ήτανε σκουτουρέλα
κι αρχισε με του όρχεις του
να κάνει κούνια μπέλα.

Το παντελόνι αστραπή
στο πάτωμα πετάει
κι αμέσως με τα δάχτυλα
άρχισε να μετράει.

Ψηλάφιζε και μέτραγε
στο φουλ η αγωνία
μπήκε η καρδιά στη θέση της
όταν τα βρήκε τρία.

Ρολά, πινέλα πέταξε
απ' την τρελή χαρά του
κι έβγαλε για μπογιάτισμα
τη ¨βούρτσα¨ τη δικιά του.

Στου δωματίου τη γωνιά
είχε ζαρώσει η σαύρα
κι από τη στεναχώρια της
τα είχε βάψει μαύρα.

Μιλιά αν είχε θα 'λεγε
με λόγια πικραμένα
¨Γιώργο, δεν είχα πρόθεση
εγώ να βλάψω εσένα.

Η φήμη σου είναι γνωστή
σ' όλης της γης τα όντα
πως διαθέτεις δυνατά
αρσενικά προσόντα.

Γι' αυτό, λοιπόν, σκαρφάλωσα
ψηλά μέχρι τα σκέλη
μες στην κυψέλη έφτασα
δε γεύτηκα, όμως, μέλι.

Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

ΤΟ ΧΡΕΟΣ

Ο Σόιμπλε απ’ τ’ αριστερά
του βγήκε του Αλέξη
πως, τάχα, τους εφοπλιστές
δεν μπόρεσε να ελέγξει.

Για τους φτωχούς τα ιμάτια
τώρα διαρρηγνύει
¨μην περιμένεις όβολα¨
στον Τσίπρα   διαμηνύει.

Κι ενώ αυτός περίμενε
να ελαφρυνθεί το χρέος
τον έγραψε ξανά εκεί
που κάποτε είχε πέος.

Αλέξη μου, σου τα ’λεγα
-μαζί με μένα κι άλλοι-
έτσι και σκύψεις μια φορά
θα θες ξανά και πάλι.

Μια μαντινάδα  sms
σου έστειλαν επίσης:
¨μες στα κλωσσάκια  αβράκωτος
ποτές μην πορπατήσεις¨.

Κι ο αγιορείτης μοναχός
συχνά στο επισημαίνει:
πως όποιος σκύβει, φίλε μου,
βαθύτερα του μπαίνει.

Με ΟΧΙ εμείς σε ντύσαμε
πριν από δύο χρόνια
όμως απ’ τα πολλά τα ΝΑΙ
πέσαν τα παντελόνια.

Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΤΟΥ ΤΑΜΠΑΚΟ

Σε ένα πεζοδρόμιο
στη Χρυσοστόμου Σμύρνης
στο δεκαπέντε συν και πλην
-ορόσημο της μνήμης-

άμα περάσεις και σταθείς
ταμπάκο θα μυρίσεις
και να μην είσαι καπνιστής
θα θέλεις να καπνίσεις.

Σ’ ένα τασάκι ολόγυρα
τα άνθη του Ευόσμου•
καπνίζουν θεριακλίδικα
οι πιο όμορφες του κόσμου.

Σαν παίρνουν μάτι οι οδηγοί
κορτάρουν και κορνάρουν•
στο σταυροδρόμι αρκετοί
τ’ αμάξια τους τρακάρουν.

Κορίτσια είστε ο ορισμός
κι η επιτομή του ωραίου
μα και δημόσιος κίνδυνος
για πρόκληση τροχαίου.




Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Κ. ΚΑΒΑΦΗΣ Αλεξάνδρεια, 29 Απριλίου 1863 - Αλεξάνδρεια, 29 Απριλίου 1933

29 ΑΠΡΙΛΙΟΥ ΗΜΕΡΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ Κ. ΚΑΒΑΦΗ

Δύο ποιήματα για το μεγάλο ποιητή:

ΚΑΒΑΦΗΣ

Έτη ογδόντα τέσσερα απ’ το τριάντα τρία (1933).
Στα εβδομήντα, της ζωής, έκλεισες τα βιβλία.

Κι έμεινε η ποίηση ορφανή η Αλεξάνδρεια μόνη
πάγωσε ο Νείλος τα νερά και ο Χαμσίν τη σκόνη.

Το τελευταίο σου κερί σου έφεγγε να βλέπεις
το Ράμλι, τις οδούς: Σερίφ Λέψιους και  Ροζέτης.

Από καιρό ήσουν έτοιμος για τις Ουράνιες Πύλες.
Του πνεύματος ποιος θα φυλά τώρα τις Θερμοπύλες;

Εσύ μονάχα ήξερες να σκάβεις την ψυχή σου
κι οι άλλοι, οι μαϊμουδίζοντες συγκρίνονται μαζί σου.

Ψηλά από το θρόνο σου δίπλα στον Άγιο Πέτρο
κισσούς βλέπεις να φύονται πλάι στο δικό σου δέντρο.




ΦΕΥΓΩ

Νερά της Αλεξάνδρειας και της ερήμου σκόνη
-σαν έτοιμος από καιρό- μαύρο με πάει παϊτόνι.

Κι αν τη ζωή όπως ήθελα δε μπόρεσα να ζήσω
τουλάχιστον προσπάθησα μην την εξευτελίσω.

Ατένισα την ομορφιά, -πλήρες το βλέμμα ήδη-
και η Ιθάκη μ’ έδωσε το πιο ωραίο ταξίδι.

Μα το μεγάλο ΟΧΙ ή ΝΑΙ ειλικρινά δεν ξέρω
το ’πα, το ψέλλισα, η καν τόλμησα να προφέρω;


                                 Άρης  Μπιτσώρης

Τετάρτη 5 Απριλίου 2017

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΒΕΛΙΣΣΑΡΗ

Πήγα σε μέρος μακρινό
στη χώρα Κούλι-Κούλι
που λένε κρέας το ψωμί
και το ψωμί μαρούλι.

Εκεί μέσα στο όνειρο
αντάμωσα και πάλι
ένα κοάλα γκριζωπό
το λέγαν Κάλι-Κάλι.

Όπως μαζί ανεβαίναμε
στου δέντρου τα βλαστάρια
μας λέει ένας πίθηκος
πού πάτε παλικάρια;¨

Δυο σκίουροι, γκρίζος, καφέ
μαζεύανε καρύδια,
¨ελάτε φίλοι μου¨, είπανε
¨να παίξουμε παιχνίδια¨.

Γλίστρησα, όμως, κι έπεσα
στο χώμα το βρεμένο
ξύπνησα τότε και βρακί
είχα κατουρημένο.

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

θάλασσες




ΓΡΑΜΜΟΦΩΝΟ  ΣΤΟ  ΚΥΜΑ

Στη Σαλονίκη μια βραδιά μουντή και νοτισμένη
τους δρόμους τους κακόφημους με τη σειρά είχα πάρει.
Και ύστερα κατέβηκα σ’ ένα υπόγειο μέσα
που άντρες συνωστίζονται  πίσω απ’ το Βαρδάρι.

Μου άνοιξε μία γριά  που έκανε κουμάντο
ένα κουρέλι της ζωής που σέρνονταν ακόμα.
Με μια φωνή φυματικιά έβριζε στο σκοτάδι
και το τσιγάρο έκαιγε το γέρικό της στόμα.

Είχε ένα γραμμόφωνο επάνω στην κονσόλα
με ένα άλφα κι ένα πι πάνω του σκαλισμένα
-λατινικά κι ελληνικά- μέσα σε δυο καρδούλες
και ρώτησα διστακτικά αν το πουλά σ’ εμένα.

Μου είπε: «πάρ’ το άμα θες, χωρίς λεφτά στο δίνω
άλλωστε ήρθε η ώρα μου εγώ ν’ αποδημήσω
λίγες  χαρές, λύπες πολλές θυμίζουν τα κειμήλια
τίποτα απ’ την πικρή ζωή δε θέλω να κρατήσω.

Αυτό όμως το γραμμόφωνο έχει μια ιστορία
μου τ’ άφησε ένας ναυτικός, της Σαλονίκης φίλος
που έγραφε σ’ ένα χαρτί αλλόκοτα τραγούδια
μαρκόνης σ’ ένα φορτηγό, θαρρώ ήταν το “Δήλος”.

Κάποτε που στο Μέξικο πήγε με μινεράλι
στη Βέρα Κρουζ του το ’δωσε με μάτια δακρυσμένα
μία κοπέλα που στα μπαρ συντρόφευε τους άντρες
θυμάμαι και το όνομα, τη λέγαν Αλμουδένα.

Την ερωτεύτηκε, λοιπόν, ένας Μεσολογγίτης
λοστρόμος, μ’ ένα φορτηγό εκεί συχνά γυρνούσε
κι η Άλμου χάρηκε πολύ που θα ’φευγε μαζί του
και μες στα προστυχόσπιτα αυτή δε θα γερνούσε.

Απ’ την Αμέρικα αυτός γραμμόφωνο της φέρνει
κι οι δυο μαζί ακούγανε κλαρίνα της πατρίδας
της λιμνοθάλασσας καημούς, του Μπαταριά τραγούδια
κι εκεί πως θα την παντρευτεί της είπε ο Πελοπίδας.

“Δύο ταξίδια έλειψα και ύστερα σε παίρνω
να αγναντεύουμε μαζί την όμορφη Τουρλίδα
να σε ταΐζω αυγό φαριού και χέλι απ’ τα διβάρια”
κι αυτή ορκίστηκε πιστή να ’ναι στον Πελοπίδα.

Όμως δεν ήτανε γραφτό το όνειρο να στέρξει,
στο μπάρκο το επόμενο που ’χε ο καιρός γινάτι
το πλοίο πήγε αύτανδρο έξω από τα Φώκλαντ
και το γραμμόφωνο έμεινε σ’ εκείνη αμανάτι.

Το ’ριξε τότε στο πιοτό, συνέχεια μεθυσμένη
κι αν Έλληνας μέσα στο μπαρ τύχαινε και περνούσε
έβαζε το γραμμόφωνο στη διαπασών να παίζει
κι αντί για ’κείνους, μόνο αυτή, ως το πρωί κερνούσε.

Μία βραδιά σ’ αυτό το μπαρ εμπήκε κι ο μαρκόνης
του Πελοπίδα έφερνε λιγάκι στο αθάρι
δύο μπουκάλια ήπιανε κι όταν ήταν να φύγει
του ’δωσε το γραμμόφωνο μαζί του να το πάρει.

Του είπε στον ωκεανό βαθιά όταν θα φτάσει
να ρίξει το γραμμόφωνο στης θάλασσα το κύμα
κι όλες τις πλάκες που ’χανε του έρωτα τραγούδια
για να γλεντάει η αγάπη της μες στο υγρό το μνήμα.

Μ’ αυτός βάρος δεν έδωσε στα μεθυσμένα λόγια
μαζί του το ’χε συντροφιά στο πλοίο “Portobello
κι όταν στο “Δήλος” μπάρκαρε κι ήρθε στη Σαλονίκη
το πήρε παραμάσχαλα και μπήκε στο μπορντέλο.

Κι όποτε ερχόταν από δω το βάζαμε να παίζει
κι όταν το άτιμο αλκοόλ στο νου έκανε τούμπες
χορεύαμε χασάπικα, τσάμικα, τσιφτετέλια
και ξημερώναμε με βαλς, ταγκό, τσα-τσα και ρούμπες».

Τώρα έχω το γραμμόφωνο αντίκρυ και καπνίζω
και μέσα απ’ τον πυκνό καπνό φιγούρες αναδεύουν
η Άλμου απ’ τη Βέρα Κρούζ και ο Μεσολογγίτης
ναυάγια, μπαρ και φορτηγά το νου μου τον παιδεύουν.

Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

ΤΑ ΧΑΡΤΟΝΙΑ


Μην πετάτε τα χαρτόνια
ούτε και τις λαμαρίνες
φτιάξτε στοίβες στα μπαλκόνια
κάτω βάλτε τα απ’ τις κλίνες.

Μην πετάτε τα χαρτόνια
θα στρωθούν χαλιά στο χώμα
τα χειρότερα στη ζήση
δεν τα είδαμε ακόμα.

                       R
Κούτες από ψυγεία Bosch
κι από κουζίνες Siemens
θα γίνουνε δωμάτια
κι ατομικές καμπίνες.

Μην πετάτε τα χαρτόνια
ούτε και τις λαμαρίνες
άστεγα θα ’ρθουνε χρόνια
άστατων καιρών ωδίνες.

Μην πετάτε τα χαρτόνια
θα τα μεταχειριστούμε
για να κάψουμε τους θύτες
ή για να πυρποληθούμε.